Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ὀβριμοπάτρη
ὄβριμος
ὀγδόατος
ὄγδοος
ὀγδώκοντα
ὄγκιον
ὄγκος
ὄγμος
ὄγχνη
ὁδαῖα
ὀδάξ
ὅδε
ὁδεύω
ὁδίτης
ὀσμή
ὁδοιπόριον
ὁδοιπόρος
ὁδός
ὀδούς
ὀδύνη
ὀδυνήφατος
View word page
ὀδάξ
[δακ-, δάκνω.]
ShortDef
by biting with the teeth
Debugging
Headword:
ὀδάξ
Headword (normalized):
ὀδάξ
Headword (normalized/stripped):
οδαξ
IDX:
6780
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6781
Key:
Data
{'content': '<p>[δακ-, δάκνω.]</p>'}