Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ξύμβλητο
ξύν
ξυνέαξε
ξυνέηκε
ξυνελάσσαι
ξύνες
ξυνέσεσθαι
ξύνεσις
ξύνετο
ξυνήιος
ξυνίει
ξύνιεν
ξύνισαν
ξυνιών
ξυνός
ξυνοχή
ξυρόν
ξυστόν
ξύω
ὄαρ
View word page
ξυνίει

imp. See συνίημι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ξυνίει
Headword (normalized):
ξυνίει
Headword (normalized/stripped):
ξυνιει
IDX:
6754
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6755
Key:

Data

{'content': '<p>imp. See συνίημι.</p>'}