Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ξέω
ξηραίνω
ξίφος
ξύλον
ξύλοχος
ξύμβλητο
ξύν
ξυνέαξε
ξυνέηκε
ξυνελάσσαι
ξύνες
ξυνέσεσθαι
ξύνεσις
ξύνετο
ξυνήιος
ξυνίει
ξύνιεν
ξύνισαν
ξυνιών
ξυνός
ξυνοχή
View word page
ξύνες
aor. imp. See συνίημι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ξύνες
Headword (normalized):
ξύνες
Headword (normalized/stripped):
ξυνες
IDX:
6749
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6750
Key:
Data
{'content': '<p>aor. imp. See συνίημι.</p>'}