Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀμφιπεριστρωφάω
ἀμφιπίπτω
ἀμφιπολεύω
ἀμφίπολος
ἀμφιπονέομαι
ἀμφιποτάομαι
ἀμφίρυτος
ἀμφίς
ἀμφίστημι
ἀμφιστρατόομαι
ἀμφιστρεφής
ἀμφιτίθημι
ἀμφιτρομέω
ἀμφίφαλος
ἀμφιφορεύς
ἀμφιχαίνω
ἀμφιχέω
ἀμφίχυτος
ἀμφότερος
ἀμφοτέρωθεν
ἀμφοτέρωσε
View word page
ἀμφιστρεφής
[app. ἀμφι- 3 + στρέφω.]
ShortDef
turning all ways
Debugging
Headword:
ἀμφιστρεφής
Headword (normalized):
ἀμφιστρεφής
Headword (normalized/stripped):
αμφιστρεφης
IDX:
673
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.674
Key:
Data
{'content': '<p>[app. ἀμφι- 3 + στρέφω.]</p>'}