Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

νυκτερίς
νύμφη
νυμφίος
νῦν
νυν
νύξ
νύξε
νυός
νύσσα
νύσσω
νώ
νωθής
νῶϊ
νωΐτερος
νωλεμές
νωλεμέως
νωμάω
νώνυμνος
νώνυμος
νῶροψ
νῶτον
View word page
νώ

See νῶϊ.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
νώ
Headword (normalized):
νώ
Headword (normalized/stripped):
νω
IDX:
6715
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6716
Key:

Data

{'content': '<p>See νῶϊ.</p>'}