Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

νόσος
νῦν
νυκτερίς
νύμφη
νυμφίος
νῦν
νυν
νύξ
νύξε
νυός
νύσσα
νύσσω
νώ
νωθής
νῶϊ
νωΐτερος
νωλεμές
νωλεμέως
νωμάω
νώνυμνος
νώνυμος
View word page
νύσσα

-ης, ἡ

[νύσσω. The scratch.]

ShortDef

posts

Debugging

Headword:
νύσσα
Headword (normalized):
νύσσα
Headword (normalized/stripped):
νυσσα
IDX:
6713
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6714
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ</p> <p>[νύσσω. The scratch.]</p>'}