Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

νομόνδε
νομός
νόος
νοστέω
νόστιμος
νόστος
νόσφι
νοσφίζομαι
νοτίη
νότιος
Νότος
νοῦς
νόσος
νῦν
νυκτερίς
νύμφη
νυμφίος
νῦν
νυν
νύξ
νύξε
View word page
Νότος

-ου, ὁ.

ShortDef

the south
the south wind

Debugging

Headword:
Νότος
Headword (normalized):
νότος
Headword (normalized/stripped):
νοτος
IDX:
6701
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6702
Key:

Data

{'content': '<p>-ου, ὁ.</p>'}