Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

νομεύς
νομεύω
νομόνδε
νομός
νόος
νοστέω
νόστιμος
νόστος
νόσφι
νοσφίζομαι
νοτίη
νότιος
Νότος
νοῦς
νόσος
νῦν
νυκτερίς
νύμφη
νυμφίος
νῦν
νυν
View word page
νοτίη

-ης, ἡ

[νότος.]

ShortDef

moisture

Debugging

Headword:
νοτίη
Headword (normalized):
νοτίη
Headword (normalized/stripped):
νοτιη
IDX:
6699
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6700
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ</p> <p>[νότος.]</p>'}