Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
νόημα
νοήμων
νόθος
νομεύς
νομεύω
νομόνδε
νομός
νόος
νοστέω
νόστιμος
νόστος
νόσφι
νοσφίζομαι
νοτίη
νότιος
Νότος
νοῦς
νόσος
νῦν
νυκτερίς
νύμφη
View word page
νόστος
-ου, ὁ
[cf. νέομαι.]
ShortDef
a return home, Νόστοι Homecomings, title in Epic cycle
Debugging
Headword:
νόστος
Headword (normalized):
νόστος
Headword (normalized/stripped):
νοστος
IDX:
6696
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6697
Key:
Data
{'content': '<p>-ου, ὁ</p> <p>[cf. νέομαι.]</p>'}