Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

νημερτής
νημερτής
νηνεμίη
νηνέμιος
νήνεμος
νήξομαι
ναός
νηπενθής
νηπιάη
νηπιαχεύω
νηπίαχος
νηπιέη
νήπιος
νήποινος
νηπύτιος
νηρηΐς
νῆσος
νῆστις
νητός
ναῦς
νήχω
View word page
νηπίαχος

[νήπιος.]

ShortDef

infantine, childish

Debugging

Headword:
νηπίαχος
Headword (normalized):
νηπίαχος
Headword (normalized/stripped):
νηπιαχος
IDX:
6665
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6666
Key:

Data

{'content': '<p>[νήπιος.]</p>'}