Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
νηκερδής
νηκουστέω
νηλεής
νηλῖτις
νῆμα
νημερτής
νημερτής
νηνεμίη
νηνέμιος
νήνεμος
νήξομαι
ναός
νηπενθής
νηπιάη
νηπιαχεύω
νηπίαχος
νηπιέη
νήπιος
νήποινος
νηπύτιος
νηρηΐς
View word page
νήξομαι
fut. mid. νήχω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
νήξομαι
Headword (normalized):
νήξομαι
Headword (normalized/stripped):
νηξομαι
IDX:
6660
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6661
Key:
Data
{'content': '<p>fut. mid. νήχω.</p>'}