Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μώνυχες
ναί
ναιετάω
ναίω
ναίω
νάκη
νάπη
ναρκάω
νάσθη
νάσσα
νάσσω
ναύλοχος
ναύμαχος
ναυσικλειτός
ναυσικλυτός
ναύτης
ναυτιλίη
ναυτίλλομαι
ναῦφι
νάω
νέα
View word page
νάσσω

3 sing. aor. ἔναξε.

ShortDef

to press

Debugging

Headword:
νάσσω
Headword (normalized):
νάσσω
Headword (normalized/stripped):
νασσω
IDX:
6565
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6566
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. ἔναξε.</p>'}