Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μυρίκινος
μυρίος
μύρομαι
μύσαν
μυχμός
μυχοίτατος
μυχόνδε
μυχός
μύω
μυών
μῶλος
μῶλυ
μωμάομαι
μωμεύω
μῶμος
μώνυχες
ναί
ναιετάω
ναίω
ναίω
νάκη
View word page
μῶλος
-ου, ὁ.
ShortDef
the toil
Debugging
Headword:
μῶλος
Headword (normalized):
μῶλος
Headword (normalized/stripped):
μωλος
IDX:
6550
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6551
Key:
Data
{'content': '<p>-ου, ὁ.</p>'}