Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μῦθος
μυῖα
μυκάομαι
μυκηθμός
μύκον
μύλαξ
μύλη
μυλήφατος
μυλοειδής
μύνη
μυρίκη
μυρίκινος
μυρίος
μύρομαι
μύσαν
μυχμός
μυχοίτατος
μυχόνδε
μυχός
μύω
μυών
View word page
μυρίκη

-ης, ἡ (ἱ?̓.

ShortDef

the tamarisk

Debugging

Headword:
μυρίκη
Headword (normalized):
μυρίκη
Headword (normalized/stripped):
μυρικη
IDX:
6539
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6540
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ (ἱ?̓.</p>'}