Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μόρφνος
μόσχος
μουνάξ
μοῦνος
μουνόω
Μοῦσα
μοχθέω
μοχθίζω
μοχλέω
μοχλός
μυδαλέος
μυελόεις
μυελός
μυθέομαι
μυθολογεύω
μῦθος
μυῖα
μυκάομαι
μυκηθμός
μύκον
μύλαξ
View word page
μυδαλέος
-η, -ον.
ShortDef
wet, dripping
Debugging
Headword:
μυδαλέος
Headword (normalized):
μυδαλέος
Headword (normalized/stripped):
μυδαλεος
IDX:
6524
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6525
Key:
Data
{'content': '<p>-η, -ον.</p>'}