Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μορφή
μόρφνος
μόσχος
μουνάξ
μοῦνος
μουνόω
Μοῦσα
μοχθέω
μοχθίζω
μοχλέω
μοχλός
μυδαλέος
μυελόεις
μυελός
μυθέομαι
μυθολογεύω
μῦθος
μυῖα
μυκάομαι
μυκηθμός
μύκον
View word page
μοχλός
-οῦ, ὁ.
ShortDef
a bar
Debugging
Headword:
μοχλός
Headword (normalized):
μοχλός
Headword (normalized/stripped):
μοχλος
IDX:
6523
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6524
Key:
Data
{'content': '<p>-οῦ, ὁ.</p>'}