Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μορμύρω
μορόεις
μόρος
μόρσιμος
μορύσσω
μορφή
μόρφνος
μόσχος
μουνάξ
μοῦνος
μουνόω
Μοῦσα
μοχθέω
μοχθίζω
μοχλέω
μοχλός
μυδαλέος
μυελόεις
μυελός
μυθέομαι
μυθολογεύω
View word page
μουνόω
[μοῦνος.]
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μουνόω
Headword (normalized):
μουνόω
Headword (normalized/stripped):
μουνοω
IDX:
6518
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6519
Key:
Data
{'content': '<p>[μοῦνος.]</p>'}