Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μνήσαντο
μνησάσκετο
μνηστεύω
μνηστός
μνηστήρ
μνῆστις
μνηστύς
μνήσω
μνώοντο
μογέω
μόγις
μόγος
μογοστόκος
μόθος
μοι
μοῖρα
μοιρηγενής
μοιχάγρια
μόλιβος
μολοβρός
μολπή
View word page
μόγις
[μόγος.]
ShortDef
(with toil and pain); barely, scarcely
Debugging
Headword:
μόγις
Headword (normalized):
μόγις
Headword (normalized/stripped):
μογις
IDX:
6493
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6494
Key:
Data
{'content': '<p>[μόγος.]</p>'}