Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μινυρίζω
μῖξαι
μίξεσθαι
μισγάγκεια
μίγνυμι
μισέω
μισθός
μιστύλλω
μίτος
μίτρη
μίχθη
μνάομαι
μνῆμα
μνημοσύνη
μνήμων
μνήσαντο
μνησάσκετο
μνηστεύω
μνηστός
μνηστήρ
μνῆστις
View word page
μίχθη
3 sing. aor. pass. μίσγω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μίχθη
Headword (normalized):
μίχθη
Headword (normalized/stripped):
μιχθη
IDX:
6478
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6479
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. pass. μίσγω.</p>'}