Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μινυνθάδιος
μινυρίζω
μῖξαι
μίξεσθαι
μισγάγκεια
μίγνυμι
μισέω
μισθός
μιστύλλω
μίτος
μίτρη
μίχθη
μνάομαι
μνῆμα
μνημοσύνη
μνήμων
μνήσαντο
μνησάσκετο
μνηστεύω
μνηστός
μνηστήρ
View word page
μίτρη

-ης, ἡ.

App. some kind of metal guard worn round the waist under the ζωστήρ, ζῶμα and θώρηξ Il. 4.137, 187, 216, Il. 5.857.

ShortDef

band

Debugging

Headword:
μίτρη
Headword (normalized):
μίτρη
Headword (normalized/stripped):
μιτρη
IDX:
6477
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6478
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ.</p> <p>App. some kind of metal guard worn round the waist under the ζωστήρ, ζῶμα and θώρηξ Il. 4.137, 187, 216, Il. 5.857.</p>'}