Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μίγδα
μίγη
μιγήσεσθαι
μιήνῃ
μικρός
μίκτο
μιλτοπάρῃος
μιμνάζω
μιμνήσκω
μίμνω
μιν
μινύθω
μίνυνθα
μινυνθάδιος
μινυρίζω
μῖξαι
μίξεσθαι
μισγάγκεια
μίγνυμι
μισέω
μισθός
View word page
μιν
enclitic. Acc. pron. of the 3rd person.
ShortDef
him, her, it
Debugging
Headword:
μιν
Headword (normalized):
μιν
Headword (normalized/stripped):
μιν
IDX:
6464
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6465
Key:
Data
{'content': '<p>enclitic. Acc. pron. of the 3rd person.</p>'}