Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μηχανάομαι
μῆχος
μίᾶ
μιαίνω
μιαιφόνος
μιάνθην
μιάνθησαν
μιαρός
μιγάζομαι
μίγδα
μίγη
μιγήσεσθαι
μιήνῃ
μικρός
μίκτο
μιλτοπάρῃος
μιμνάζω
μιμνήσκω
μίμνω
μιν
μινύθω
View word page
μίγη

3 sing. aor. pass. μίσγω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μίγη
Headword (normalized):
μίγη
Headword (normalized/stripped):
μιγη
IDX:
6455
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6456
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. pass. μίσγω.</p>'}