Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μητρυιή
μητρώϊος
μήτρως
μηχανάομαι
μῆχος
μίᾶ
μιαίνω
μιαιφόνος
μιάνθην
μιάνθησαν
μιαρός
μιγάζομαι
μίγδα
μίγη
μιγήσεσθαι
μιήνῃ
μικρός
μίκτο
μιλτοπάρῃος
μιμνάζω
μιμνήσκω
View word page
μιαρός
[μιαίνω.]
ShortDef
stained
Debugging
Headword:
μιαρός
Headword (normalized):
μιαρός
Headword (normalized/stripped):
μιαρος
IDX:
6452
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6453
Key:
Data
{'content': '<p>[μιαίνω.]</p>'}