Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μήσατο
μήστωρ
μήτε
μήτηρ
μητιάω
μητίετα
μητιόεις
μητίομαι
μητιόωσι
μῆτις
μητίσομαι
μητροπάτωρ
μητρυιή
μητρώϊος
μήτρως
μηχανάομαι
μῆχος
μίᾶ
μιαίνω
μιαιφόνος
μιάνθην
View word page
μητίσομαι
fut. μητίομαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μητίσομαι
Headword (normalized):
μητίσομαι
Headword (normalized/stripped):
μητισομαι
IDX:
6440
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6441
Key:
Data
{'content': '<p>fut. μητίομαι.</p>'}