Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μῆλον2
μῆλοψ
μείς
μήν
μήνη
μηνιθμός
μήνιμα
μῆνις
μηνίω
μῆρα
μηρία
μήρινθος
μηρός
μηρύομαι
μήσατο
μήστωρ
μήτε
μήτηρ
μητιάω
μητίετα
μητιόεις
View word page
μηρία

τά

[μηρός.]

ShortDef

slices cut from the thighs

Debugging

Headword:
μηρία
Headword (normalized):
μηρία
Headword (normalized/stripped):
μηρια
IDX:
6426
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6427
Key:

Data

{'content': '<p>τά</p> <p>[μηρός.]</p>'}