Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μῆκος
μήκων
μηλέη
μηλοβοτήρ
μῆλον1
μῆλον2
μῆλοψ
μείς
μήν
μήνη
μηνιθμός
μήνιμα
μῆνις
μηνίω
μῆρα
μηρία
μήρινθος
μηρός
μηρύομαι
μήσατο
μήστωρ
View word page
μηνιθμός
-οῦ, ὁ
[μηνίω.]
ShortDef
wrath
Debugging
Headword:
μηνιθμός
Headword (normalized):
μηνιθμός
Headword (normalized/stripped):
μηνιθμος
IDX:
6421
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6422
Key:
Data
{'content': '<p>-οῦ, ὁ</p> <p>[μηνίω.]</p>'}