Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μηκάς
μηκέτι
μήκιστος
μῆκος
μήκων
μηλέη
μηλοβοτήρ
μῆλον1
μῆλον2
μῆλοψ
μείς
μήν
μήνη
μηνιθμός
μήνιμα
μῆνις
μηνίω
μῆρα
μηρία
μήρινθος
μηρός
View word page
μείς

μηνός, ὁ

[cf. μήνη.]

A (lunar) month.

ShortDef

a month; crescent moon

Debugging

Headword:
μείς
Headword (normalized):
μείς
Headword (normalized/stripped):
μεις
IDX:
6418
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6419
Key:

Data

{'content': '<p>μηνός, ὁ</p> <p>[cf. μήνη.]</p> <p>A (lunar) month.</p>'}