Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μήδομαι
μηκάομαι
μηκάς
μηκέτι
μήκιστος
μῆκος
μήκων
μηλέη
μηλοβοτήρ
μῆλον1
μῆλον2
μῆλοψ
μείς
μήν
μήνη
μηνιθμός
μήνιμα
μῆνις
μηνίω
μῆρα
μηρία
View word page
μῆλον2

-ου, τό.

ShortDef

a sheep
tree-fruit

Debugging

Headword:
μῆλον2
Headword (normalized):
μῆλον
Headword (normalized/stripped):
μηλον2
IDX:
6416
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6417
Key:

Data

{'content': '<p>-ου, τό.</p>'}