Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μετέῃσι
μετέθηκε
μετείην
μέτειμι
μέτειμι
μετεῖναι
μετεισάμενος
μέτεισι
μετείω
μετακιάθω
μετελεύσομαι
μετελθών
μετέμμεναι
μετέπειτα
μετέρχομαι
μετέσσομαι
μετέσσυτο
μετέφη
μετέω
μετήορος
μετοίχομαι
View word page
μετελεύσομαι

fut. μετέρχομαι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μετελεύσομαι
Headword (normalized):
μετελεύσομαι
Headword (normalized/stripped):
μετελευσομαι
IDX:
6381
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6382
Key:

Data

{'content': '<p>fut. μετέρχομαι.</p>'}