Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μετάφρενον
μεταφωνέω
μετέασι
μετεῖπον
μετέῃσι
μετέθηκε
μετείην
μέτειμι
μέτειμι
μετεῖναι
μετεισάμενος
μέτεισι
μετείω
μετακιάθω
μετελεύσομαι
μετελθών
μετέμμεναι
μετέπειτα
μετέρχομαι
μετέσσομαι
μετέσσυτο
View word page
μετεισάμενος

aor. pple. mid. μεθίημι2.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μετεισάμενος
Headword (normalized):
μετεισάμενος
Headword (normalized/stripped):
μετεισαμενος
IDX:
6377
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6378
Key:

Data

{'content': '<p>aor. pple. mid. μεθίημι2.</p>'}