Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μετατροπαλίζομαι
μεταυδάω
μετάφημι
μεταφράζω
μετάφρενον
μεταφωνέω
μετέασι
μετεῖπον
μετέῃσι
μετέθηκε
μετείην
μέτειμι
μέτειμι
μετεῖναι
μετεισάμενος
μέτεισι
μετείω
μετακιάθω
μετελεύσομαι
μετελθών
μετέμμεναι
View word page
μετείην
opt. μέτειμι1.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μετείην
Headword (normalized):
μετείην
Headword (normalized/stripped):
μετειην
IDX:
6373
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6374
Key:
Data
{'content': '<p>opt. μέτειμι1.</p>'}