Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μετασπόμενος
μετασπών
μέτασσαι
μετασσεύομαι
μεταστένω
μεταστήσω
μεταστοιχί
μεταστρέφω
μετατίθημι
μετατρέπομαι
μετατροπαλίζομαι
μεταυδάω
μετάφημι
μεταφράζω
μετάφρενον
μεταφωνέω
μετέασι
μετεῖπον
μετέῃσι
μετέθηκε
μετείην
View word page
μετατροπαλίζομαι

[μετα- 7 + τροπ-, τρέπω.]

(ἐντροπαλίζομαι.)

ShortDef

to turn about

Debugging

Headword:
μετατροπαλίζομαι
Headword (normalized):
μετατροπαλίζομαι
Headword (normalized/stripped):
μετατροπαλιζομαι
IDX:
6363
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6364
Key:

Data

{'content': '<p>[μετα- 7 + τροπ-, τρέπω.]</p> <p>(ἐντροπαλίζομαι.)</p>'}