Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μετανίσ̔σ̓ομαι
μεταξύ
μεταπαύομαι
μεταπαυσωλή
μεταπρεπής
μεταπρέπω
μετασπόμενος
μετασπών
μέτασσαι
μετασσεύομαι
μεταστένω
μεταστήσω
μεταστοιχί
μεταστρέφω
μετατίθημι
μετατρέπομαι
μετατροπαλίζομαι
μεταυδάω
μετάφημι
μεταφράζω
μετάφρενον
View word page
μεταστένω
[μετα- 5.]
To lament afterwards, look back upon with grief : ἄτην Od. 4.261.
ShortDef
to lament afterwards
Debugging
Headword:
μεταστένω
Headword (normalized):
μεταστένω
Headword (normalized/stripped):
μεταστενω
IDX:
6357
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6358
Key:
Data
{'content': '<p>[μετα- 5.]</p> <p>To lament afterwards, look back upon with grief : ἄτην Od. 4.261.</p>'}