Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μέρμις
μέροψ
μεσαιπόλιος
μεσηγύ
μεσήεις
μεσόδμη
μέσος
μέσσατος
μέσσαυλος
μεσσοπαγής
μέσφα
μετά
μέτα
μεταβαίνω
μεταβουλεύω
μετάγγελος
μεταδαίνυμαι
μεταδήμιος
μεταδόρπιος
μεταδρομάδην
μεταΐζω
View word page
μέσφα

Until.

With genit. : μέσφʼ ἠοῦς Il. 8.508.

ShortDef

until

Debugging

Headword:
μέσφα
Headword (normalized):
μέσφα
Headword (normalized/stripped):
μεσφα
IDX:
6326
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6327
Key:

Data

{'content': '<p>Until.</p> <p>With genit. : μέσφʼ ἠοῦς Il. 8.508.</p>'}