Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μενέω μένω
μενέω
μενοεικής
μενοινάω
μένος
μένω
μέρμερος
μερμηρίζω
μέρμις
μέροψ
μεσαιπόλιος
μεσηγύ
μεσήεις
μεσόδμη
μέσος
μέσσατος
μέσσαυλος
μεσσοπαγής
μέσφα
μετά
μέτα
View word page
μεσαιπόλιος
[μέσος + πολιός.]
Half-grey, grizzled : μ. περ ἐών Il. 13.361.
ShortDef
half-gray, grizzled
Debugging
Headword:
μεσαιπόλιος
Headword (normalized):
μεσαιπόλιος
Headword (normalized/stripped):
μεσαιπολιος
IDX:
6318
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6319
Key:
Data
{'content': '<p>[μέσος + πολιός.]</p> <p>Half-grey, grizzled : μ. περ ἐών Il. 13.361.</p>'}