Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μέμβλωκε
μεμηκώς
μέμηλε
μεμιγμένος
μέμνημαι
μεμνήσομαι
μέμονα
μεμορυγμένα
μέμυκε
μεμύκει
μεμυκώς
μέν
μενεαίνω
μενεδήϊος
μενεήναμεν
μενεπτόλεμος
μενεχάρμης
μενέχαρμος
μενέω μένω
μενέω
μενοεικής
View word page
μεμυκώς

pf. pple. μυκάομαι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεμυκώς
Headword (normalized):
μεμυκώς
Headword (normalized/stripped):
μεμυκως
IDX:
6300
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6301
Key:

Data

{'content': '<p>pf. pple. μυκάομαι.</p>'}