Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μεμαώς
μέμβλεται
μέμβλωκε
μεμηκώς
μέμηλε
μεμιγμένος
μέμνημαι
μεμνήσομαι
μέμονα
μεμορυγμένα
μέμυκε
μεμύκει
μεμυκώς
μέν
μενεαίνω
μενεδήϊος
μενεήναμεν
μενεπτόλεμος
μενεχάρμης
μενέχαρμος
μενέω μένω
View word page
μέμυκε
3 sing. pf. μύω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μέμυκε
Headword (normalized):
μέμυκε
Headword (normalized/stripped):
μεμυκε
IDX:
6298
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6299
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. pf. μύω.</p>'}