Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

μεῖνα
μεῖξαι
μείρομαι
μείς
μείων
μελαγχροιής
μέλαθρον
μελαίνω
μελάνδετος
μελανόχροος
μελανόχρως
μελάντερος
μελάνυδρος
μελάνω
μέλας
μέλδομαι
μελέδημα
μελεδώνη
μελεϊστί
μέλεος
μελήσει
View word page
μελανόχρως

[as μελανόχροος.]

Dark-hued Il. 13.589.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελανόχρως
Headword (normalized):
μελανόχρως
Headword (normalized/stripped):
μελανοχρως
IDX:
6261
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6262
Key:

Data

{'content': '<p>[as μελανόχροος.]</p> <p>Dark-hued Il. 13.589.</p>'}