Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μειλίσσω
μειλιχίη
μειλίχιος
μείλιχος
μεῖνα
μεῖξαι
μείρομαι
μείς
μείων
μελαγχροιής
μέλαθρον
μελαίνω
μελάνδετος
μελανόχροος
μελανόχρως
μελάντερος
μελάνυδρος
μελάνω
μέλας
μέλδομαι
μελέδημα
View word page
μέλαθρον
-ου, τό. Ablative μελαθρόφιν Od. 8.279.
ShortDef
roof beam, roof, house
Debugging
Headword:
μέλαθρον
Headword (normalized):
μέλαθρον
Headword (normalized/stripped):
μελαθρον
IDX:
6257
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6258
Key:
Data
{'content': '<p>-ου, τό. Ablative μελαθρόφιν Od. 8.279.</p>'}