Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
μέδομαι
μέδων
μεθαιρέω
μεθάλλομαι
μεθέηκα
μεθείω
μεθέλεσκε
μεθέμεν
μεθέπω1
μεθέπω2
μεθήῃ
μεθῆκε
μέθημαι
μεθημοσύνη
μεθήμων
μεθήσω
μεθίημι1
μεθίημι2
μεθίστημι
μεθομιλέω
μεθορμάομαι
View word page
μεθήῃ
3 sing. aor. subj. μεθίημι1.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μεθήῃ
Headword (normalized):
μεθήῃ
Headword (normalized/stripped):
μεθηη
IDX:
6226
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6227
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. subj. μεθίημι1.</p>'}