Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

λήσει
λιάζομαι
λιαρός
λιάσθη
λίγα
λιγαίνω
λίγγω
λίγδην
λιγέως
λιγυρός
λιγύς
λιγύφθογγος
λιγύφωνος
λίαν
λίθαξ
λιθάς
λίθεος
λίθος
λικμάω
λικμητήρ
λικριφίς
View word page
λιγύς

λίγεια, λιγύ. Emitting a clear or shrill sound.

ShortDef

clear, whistling

Debugging

Headword:
λιγύς
Headword (normalized):
λιγύς
Headword (normalized/stripped):
λιγυς
IDX:
6043
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6044
Key:

Data

{'content': '<p>λίγεια, λιγύ. Emitting a clear or shrill sound.</p>'}