Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ληϊστήρ
ληϊστός
ληΐστωρ
ληῗτις
λήκυθος
λήξω
λήσει
λιάζομαι
λιαρός
λιάσθη
λίγα
λιγαίνω
λίγγω
λίγδην
λιγέως
λιγυρός
λιγύς
λιγύφθογγος
λιγύφωνος
λίαν
λίθαξ
View word page
λίγα

[λιγυρός. Cf. λίπα.]

ShortDef

in loud clear tone

Debugging

Headword:
λίγα
Headword (normalized):
λίγα
Headword (normalized/stripped):
λιγα
IDX:
6037
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6038
Key:

Data

{'content': '<p>[λιγυρός. Cf. λίπα.]</p>'}