Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ληϊάς
ληϊβότειρα
ληΐζομαι
λήϊον
ληίς
ληϊστήρ
ληϊστός
ληΐστωρ
ληῗτις
λήκυθος
λήξω
λήσει
λιάζομαι
λιαρός
λιάσθη
λίγα
λιγαίνω
λίγγω
λίγδην
λιγέως
λιγυρός
View word page
λήξω

fut. λήγω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λήξω
Headword (normalized):
λήξω
Headword (normalized/stripped):
ληξω
IDX:
6032
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6033
Key:

Data

{'content': '<p>fut. λήγω.</p>'}