Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

λεπτός
λέπω
λέσχη
λευγαλέος
λευγαλέως
λευκαίνω
λεύκασπις
λευκός
λευκώλενος
λευρός
λεύσσω
λεχεποίη
λεχεποίης
λέχος
λέχοσδε
λέων
λήγω
ληθάνω
λήθη
λήθω
ληϊάς
View word page
λεύσσω

(ἐπι-)

ShortDef

to look

Debugging

Headword:
λεύσσω
Headword (normalized):
λεύσσω
Headword (normalized/stripped):
λευσσω
IDX:
6012
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6013
Key:

Data

{'content': '<p>(ἐπι-)</p>'}