Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
λέξοντες
λέπαδνον
λεπταλέος
λεπτός
λέπω
λέσχη
λευγαλέος
λευγαλέως
λευκαίνω
λεύκασπις
λευκός
λευκώλενος
λευρός
λεύσσω
λεχεποίη
λεχεποίης
λέχος
λέχοσδε
λέων
λήγω
ληθάνω
View word page
λευκός
-ή, -όν
[λυκ- as in λύχνος. Cf. L. luceo.]
ShortDef
light, bright, clear
Debugging
Headword:
λευκός
Headword (normalized):
λευκός
Headword (normalized/stripped):
λευκος
IDX:
6009
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.6010
Key:
Data
{'content': '<p>-ή, -όν</p> <p>[λυκ- as in λύχνος. Cf. L. luceo.]</p>'}