Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

λελείψεται
λεληκώς
λελίημαι
λελόγχᾶσι
λέλοιπε
λελουμένος
λέλυται
λελῦτο
λέξασθαι-1
λέξασθαι
λέξεο
λέξομαι
λέξομαι
λέξον
λέξοντες
λέπαδνον
λεπταλέος
λεπτός
λέπω
λέσχη
λευγαλέος
View word page
λέξεο

λέξο

aor. imp. mid. λεγω-1.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λέξεο
Headword (normalized):
λέξεο
Headword (normalized/stripped):
λεξεο
IDX:
5995
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5996
Key:

Data

{'content': '<p>λέξο</p> <p>aor. imp. mid. λεγω-1.</p>'}