Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
λελασμένος
λελάχωσι
λελειμμένος
λέλειπται
λελεῖφθαι
λελείψεται
λεληκώς
λελίημαι
λελόγχᾶσι
λέλοιπε
λελουμένος
λέλυται
λελῦτο
λέξασθαι-1
λέξασθαι
λέξεο
λέξομαι
λέξομαι
λέξον
λέξοντες
λέπαδνον
View word page
λελουμένος
pf. pple. mid. λούω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λελουμένος
Headword (normalized):
λελουμένος
Headword (normalized/stripped):
λελουμενος
IDX:
5990
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5991
Key:
Data
{'content': '<p>pf. pple. mid. λούω.</p>'}