Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

λελακυῖα
λελασμένος
λελάχωσι
λελειμμένος
λέλειπται
λελεῖφθαι
λελείψεται
λεληκώς
λελίημαι
λελόγχᾶσι
λέλοιπε
λελουμένος
λέλυται
λελῦτο
λέξασθαι-1
λέξασθαι
λέξεο
λέξομαι
λέξομαι
λέξον
λέξοντες
View word page
λέλοιπε

3 sing. pf. λείπω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λέλοιπε
Headword (normalized):
λέλοιπε
Headword (normalized/stripped):
λελοιπε
IDX:
5989
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5990
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. pf. λείπω.</p>'}