Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
λαπάρη
λάπτω
λάρναξ
λάρος
λαρός
λάσιος
λάσκω
λαυκανίη
λαύρη
λαφύσσω
λάχε
λάχεια
λάχνη
λαχνήεις
λάχνος
λάχον
λάψοντες
λάω
λάων
λέβης
λέγω2
View word page
λάχε
3 sing. aor. λαγχάνω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λάχε
Headword (normalized):
λάχε
Headword (normalized/stripped):
λαχε
IDX:
5949
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5950
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. λαγχάνω</p>'}