Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀμοιβή
ἀμοιβηδίς
ἀμοιβοί
ἀμολγός
ἁμός
ἄμοτος
ἀμπείρω
ἀμπελόεις
ἄμπελος
ἀμπεπαλών
ἀμπερές
ἀμπέχω
ἀμπηδάω
ἄμπνεῦσαι
ἄμπνυε
ἀμπνύνθη
ἄμπυξ
ἄμυδις
ἀμύμων
ἀμύντωρ
ἀμύνω
View word page
ἀμπερές
[ἀμπείρω.]
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀμπερές
Headword (normalized):
ἀμπερές
Headword (normalized/stripped):
αμπερες
IDX:
592
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.593
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀμπείρω.]</p>'}